Αδυναμία να εξελιχθεί σε κοιτίδα ταλέντων, γεγονός που θα ενίσχυε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, εξακολουθεί να επιδεικνύει η Ελλάδα, η οποία αδυνατεί να δημιουργήσει, να προσελκύσει και να διατηρήσει τα ταλέντα. Στο φετινό παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου (Global Talent Competitiveness Index-GTCI) η χώρα καταλαμβάνει την 44η θέση από τη 42η θέση που είχε κατακτήσει πέρυσι (σ.σ. στον περσινό Δείκτη είχαν συμπεριληφθεί 119 χώρες, ενώ στο φετινό 125). Όσον αφορά στην κατάταξη της Ελλάδας σε σχέση με χώρες της Ευρώπης, η θέση της χώρας παραμένει σταθερά στην 26η σε σύνολο 37 κρατών. Όπως και το 2018, ο πυλώνας στον οποίον η Ελλάδα αποδίδει καλύτερα είναι αυτός της “Διατήρησης”, ενώ η χειρότερη επίδοσή της σημειώνεται στη δυνατότητα προσέλκυσης ταλέντων.
Η χώρα μας, σύμφωνα με την έκθεση, κατατάσσεται στις χώρες υψηλού εισοδήματος, που ανήκουν στην Ευρώπη και η σχετική θέση της στην κατάταξη είναι χαμηλότερη από το μέσο όρο και στις δύο ομάδες: κατατάσσεται, δηλαδή, στην 41η θέση από τις 49 χώρες υψηλού εισοδήματος και στην 26η θέση ανάμεσα στις 37 ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες συγκρίνεται. Η ομάδα των “ανταγωνιστών” της Ελλάδας εντός Ευρώπης, ορίζονται ως χώρες υψηλού εισοδήματος ανάμεσα στις οποίες είναι και μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Μεγάλη Βρετανία.
Διατήρηση ταλέντων
Η καλή απόδοση της Ελλάδας στον πυλώνα της “Διατήρησης” οφείλεται, κυρίως, στην καλή επίδοση σε δείκτες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής. Η δεξαμενή των Δεξιοτήτων Υψηλού Επιπέδου (High Level Skills), συμπεριλαμβανομένης και της διαθεσιμότητας επιστημόνων και μηχανικών, μειώνει σημαντικά τα κενά αναφορικά με τις Δεξιότητες Παγκόσμιας Γνώσης (Global Knowledge Skills). Αυτό υποδηλώνει ότι ένας από τους τομείς που θα πρέπει να εστιάσει η Ελλάδα για την ανάπτυξη του επιχειρηματικού της ταλέντου θα πρέπει να είναι η εύρεση τρόπων με τους οποίους η σχετικά ισχυρή ομάδα μηχανικών και επιστημόνων θα μπορέσει να μετατραπεί σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την προώθηση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.
Πρώτη η Ελβετία
Η έκθεση αναδεικνύει τις χώρες που ηγούνται της παγκόσμιας κατάταξης, όσον αφορά στην ανταγωνιστικότητά τους στο να δημιουργούν, να προσελκύουν και να διατηρούν τα ταλέντα. Στην πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης της ανταγωνιστικότητας ταλέντων, όπως και το 2018, βρίσκεται η Ελβετία, ενώ η Σιγκαπούρη και οι ΗΠΑ κατακτούν τη δεύτερη και τρίτη θέση αντίστοιχα, όπως ακριβώς και πριν από ένα χρόνο. Ακολουθούν οι Σκανδιναβικές χώρες, με τη Νορβηγία στην 4η θέση, τη Δανία στην 5η, τη Φινλανδία στην 6η και τη Σουηδία στην 7η, ενώ έπονται Ολλανδία, Μεγάλη Βρετανία και Λουξεμβούργο.
Στις πρώτες δέκα θέσεις της κατάταξης βλέπουμε μόνο δύο χώρες εκτός Ευρώπης γεγονός που αποδεικνύει αφενός ότι η Ευρώπη παραμένει κυρίαρχος στην ανταγωνιστικότητα ταλέντων, αφετέρου ότι χώρες δυνατές στον τομέα εκπαίδευσης έχουν προβάδισμα στην προσέλκυση ταλέντων.
Στο αντίποδα, η Υεμένη είναι η χώρα που βρίσκεται τελευταία στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας ταλέντων, στην 125η θέση, κάτω από το Κονγκό που βρίσκεται στην 124η θέση και το Μπουρούντι στην 123η. Στο μεταξύ, περιοχές του κόσμου, όπως η Ασία, η Λατινική Αμερική και η Αφρική, σημειώνουν σταδιακή υποχώρηση στην κατάταξη.
Πρωταθλήτριες πόλεις
Η έκθεση αποκαλύπτει επίσης τις πόλεις, οι οποίες παίζουν καίριο ρόλο ως κοιτίδες ταλέντων και επηρεάζουν καθοριστικά το παγκόσμιο σκηνικό. Αυτή η ενίσχυση της σημασίας του ρόλου των πόλεων, οφείλεται στη μεγαλύτερη ευελιξία και στην δυνατότητα τους να προσαρμόζονται στις νέες τάσεις γρηγορότερα. Οι πόλεις ως εύκαμπτες οικονομικές μονάδες, μπορούν να αλλάζουν πιο γρήγορα τις πολιτικές τους, γεγονός που τις καθιστά πιο ελκυστικές για τα ταλέντα και ιδιαίτερα τα επιχειρηματικά. Η Αθήνα κατατάσσεται στην 48η θέση ανάμεσα στις 114 πόλεις του Δείκτη. Οι κορυφαίες εξ αυτών παρουσιάζουν γενικά πολύ καλή απόδοση σε όλους τους πυλώνες. Η ηγέτιδα πόλη – η Ουάσιγκτον, DC – αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα, καθώς είναι πρώτη στην κατάταξη των πόλεων σε τρείς από τους πέντε πυλώνες. Ο αυξανόμενα καθοριστικός ρόλος των πόλεων ως επιχειρηματικά κέντρα προσέλκυσης ταλέντων αναδεικνύει, επίσης, την σημασία ανάπτυξης ισχυρών και ζωντανών οικοσυστημάτων, ιδίως γύρω από την έννοια της καινοτομίας. Την Ουάσιγκτον ακολουθούν η Κοπεγχάγη, το Όσλο, η Βιέννη, η Ζυρίχη, η Βοστόνη, το Ελσίνκι, η Νέα Υόρκη, το Παρίσι και η Σεούλ.
Η έκθεση
Η έκθεση GTCI για το 2019 δημοσιεύθηκε από το INSEAD σε συνεργασία με τον Όμιλο Adecco και την Tata Communications. Αναδεικνύει δε τα επίπεδα της ανταγωνιστικότητας των ταλέντων σε παγκόσμια κλίμακα εξετάζοντας 68 μεταβλητές. Η έκδοση του 2019 καλύπτει 125 εθνικές οικονομίες και 114 πόλεις (αντιστοίχως 119 και 90 το 2018), καλύπτοντας όλες τις εισοδηματικές ομάδες και τα επίπεδα ανάπτυξης.
Πηγή: http://www.sepe.gr